Απλήρωτοι ακόμη εκατοντάδες παραγωγοί του νομού
Ακάλυπτες επιταγές στην αγορά από εμπόρους και οργανώσεις
“Βαριά κανόνια” αναμένεται να “ακουστούν” στην αγορά του ελαιόλαδου της Κρήτης από επιχειρήσεις εμπορίας του προϊόντος και ελαιουργούς που αδυνατούν πλέον να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους.
Ήδη ορισμένες επιχειρήσεις έχουν δώσει ακάλυπτες επιταγές σε ελαιοπαραγωγούς, ενώ αρκετοί είναι οι ελαιουργοί που αλλάζουν τους αριθμούς των κινητών τους, ακριβώς επειδή οφείλουν υψηλά ποσά.
Το πρόβλημα είναι μεγάλο και οι προβλέψεις ενόψει της νέας παραγωγικής περιόδου δυσοίωνες.
«Μεγάλα κανόνια» αναμένεται να «σκάσουν» στην αγορά του ελαιόλαδου από επιχειρήσεις που ασχολούνται με το εμπόριο του προϊόντος αλλά και ελαιουργεία. Σύμφωνα με πληροφορίες, πολλές επιχειρήσεις, μη εξαιρουμένων και των συνεταιριστικών, αλλά και ελαιουργοί, έχουν αφήσει απλήρωτους ελαιοπαραγωγούς για λάδι που τους παρέδωσαν τον περασμένο χειμώνα, ενώ οι ακάλυπτες επιταγές «δίνουν και παίρνουν» στην αγορά. Ορισμένοι ελαιουργοί μάλιστα, όπως καταγγέλλουν ελαιοπαραγωγοί, έχουν αλλάξει τους αριθμούς των κινητών τηλεφώνων τους, ακριβώς επειδή θέλουν να τους αποφύγουν. Υπάρχουν φιλίες χρόνων που χάνονται κάτω από αυτές τις συνθήκες! Και μέσα σε όλα αυτά, υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι αξιοποιούν την οικονομική κρίση ως αιτιολογία προκειμένου να μην πληρώσουν, αλλά να κερδίσουν ακόμα περισσότερα χρήματα.
Η κατάσταση αυτή έχει θορυβήσει τις τράπεζες που βλέπουν ότι δεν μπορούν εύκολα να πάρουν πίσω τα χρήματα τα οποία δάνειζαν στο παρελθόν, είτε με τη μορφή ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού, είτε ως βιοτεχνικά δάνεια για νέες επενδύσεις. Η Παγκρήτια Συνεταιριστική Τράπεζα, αναφέρουν πληροφορίες, προετοιμάζεται «να τείνει χείρα βοηθείας» στις επιχειρήσεις του κλάδου, με τις οποίες αναμένεται πολύ σύντομα να συζητήσει με στόχο να βρεθούν από κοινού αποδεκτές λύσεις ώστε να μειωθεί το λειτουργικό κόστος τους και να αυξηθούν οι υπεραξίες του προϊόντος.
Το περίεργο είναι ότι τουλάχιστον μέχρι στιγμής δεν έχουν ακουστεί «κανόνια» από την Ιταλία, όπου εξακολουθεί να καταλήγει το μεγαλύτερο μέρος του κρητικού ελαιόλαδου. Οι Ιταλοί, έστω και με μικρή καθυστέρηση, πληρώνουν τις κρητικές επιχειρήσεις, στις οποίες ωστόσο κάνουν σκληρό παζάρι για να πετύχουν πτώση των τιμών. Κατά συνέπεια, το πρόβλημα είναι κυρίως ενδογενές και σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς μάλλον οφείλεται στη μη ορθολογική διαχείριση δανείων, αλλά και την πτώση των τιμών παραγωγού που κατέστησε μη βιώσιμα πολλά ελαιουργεία.
Μεγάλο πρόβλημα!
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς το μεγάλο πρόβλημα στην αγορά του ελαιόλαδου της Κρήτης οφείλεται κυρίως στους εξής παράγοντες:
• Πτώση της τιμής του ελαιόλαδου. Με τιμές παραγωγού γύρω στα 2 ευρώ, τα περισσότερα ελαιουργεία της Κρήτης δεν είναι βιώσιμα. Το χαμηλό εκθλιπτικό δικαίωμα και γενικά τα χαμηλά ποσοστά δεν τα καλύπτουν έξοδα. Σήμερα η τιμή παραγωγού κυμαίνεται από 2,10 έως 2,20 ευρώ το κιλό, πάντα για οξύτητες μέχρι 0,3.
• Πολλά ελαιουργεία αλλά και έμποροι ελαιόλαδου «την πάτησαν» το 2005 όταν οι τιμές του προϊόντος ήταν υψηλές. Δεν είναι υπερβολή ότι πολλοί έμποροι και ελαιουργοί προσδοκώντας αύξηση των τιμών του ελαιόλαδου ακόμα και πάνω από τα 4 ευρώ (!) δημιούργησαν στοκ, με αποτέλεσμα να χάσουν εξαιρετικά σημαντικά ποσά. Υπάρχουν έμποροι που αναγκάστηκαν να πουλήσουν ακόμα και 1,5 ευρώ παρακάτω από τις τιμές που είχαν αγοράσει… Αυτού του είδους τα προβλήματα «ξεσπούν» τώρα.
• Το μεγάλο πρόβλημα του κλάδου, σύμφωνα με παράγοντες της οικονομικής ζωής, είναι το πλήθος των ελαιουργείων. Δεν είναι όλα βιώσιμα, αυτό το ξέρουν όλοι. Η Ισπανία για παράδειγμα, με τετραπλάσια ή και πενταπλάσια ετήσια παραγωγή από ότι η Ελλάδα έχει κατά πολύ λιγότερα ελαιουργεία.
• Μη σωστή διαχείριση των δανείων. Πολλά ελαιουργεία αντικατέστησαν τα μηχανήματά τους με τραπεζικά δάνεια, χωρίς να είναι πράγματι σε θέση να το αντέξουν.
• Το γνωστό «ντόμινο» στην αγορά με τη διακίνηση των ακάλυπτων επιταγών. Ελαιουργεία φαίνεται να πούλησαν λάδι σε εμπόρους, οι οποίοι τελικά δε στάθηκαν συνεπείς, πράγμα που ανέτρεψε πλήρως τον προγραμματισμό της κάλυψης των δανειακών υποχρεώσεών τους προς τις τράπεζες
• Και τέλος, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα φαίνεται να είναι το «κλείσιμο της κάννουλας» δανειοδότησης από τις τράπεζες που έγινε πριν περίπου ένα χρόνο, ανατρέποντας πλήρως τα μέχρι τότε δεδομένα των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εμπορία του λαδιού.
Η αναδιάρθρωση δανείων «πληρώνεται», σύμφωνα με ελαιουργούς, με ακόμα και 0,5% διαφορά επί του επιτοκίου.
Και η λήψη νέων δανείων, χαρακτηρίζεται από πολλούς ως «όνειρο θερινής νυκτός» ακόμα και όταν τα εκκαθαριστικά της εφορίας αποτελούν «καθρέπτες» βιώσιμων επιχειρήσεων.
«Χοντρό» παιχνίδι με κέρδη στο εμπόριο του τυποποιημένου
Χαρακτηριστικό της κατάστασης αλλά και της απραξίας των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους είναι ότι τη στιγμή που οι παραγωγοί πουλούν το προϊόν τους στα 2,15 ευρώ το κιλό, οι καταναλωτές το αγοράζουν ακόμα και μέχρι 6 ευρώ το λίτρο! Από την πλευρά τους πολλές επιχειρήσεις τυποποίησης εξαιρετικού παρθένου λαδιού πουλάνε σε τιμές χονδρικής 3,10 ευρώ δηλαδή 15,5 ευρώ το πεντόκιλο συν ΦΠΑ 11% αλλά τα σούπερ μάρκετ διαμορφώνουν τιμές λιανικής από 22 έως και 30 ευρώ! Στα τιμολόγια χονδρικής πώλησης βέβαια εμφανίζονται κατά πολύ υψηλότερες τιμές ανά λίτρο, αλλά σύμφωνα με έγκυρους παράγοντες της αγοράς ορισμένες επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, κυρίως μεγάλες αλυσίδες, έχουν βρει τρόπους να μειώνουν το κόστος παραλαβής. Ως γνωστό, καταργήθηκαν βάσει νόμου οι εκπτώσεις και οι προσφορές. Όμως τώρα «εισήχθησαν» όπως καταγγέλλεται, τα δελτία παροχής υπηρεσιών.
Το νέο παιχνίδι των δελτίων παροχής υπηρεσιών
Οι εκπτώσεις καταργήθηκαν τυπικά, όμως ουσιαστικά υπάρχουν, σύμφωνα με επιχειρήσεις πώλησης ελαιόλαδου σε πολυκαταστήματα. Πώς; Είναι απλό: Αντικαταστάθηκαν με τα λεγόμενα δελτία παροχής υπηρεσιών.
Μία αλυσίδα σούπερ μάρκετ εμφανίζει να «παρέχει υπηρεσίες» προβολής και προώθησης του προϊόντος στους προμηθευτές της. Τρόποι υπάρχουν πολλοί.
Ένα θεωρητικό παράδειγμα είναι το εμπόρευμα βάσει τιμολογίων να κοστίζει 1.000 ευρώ και το δελτίο παροχής υπηρεσιών (προβολής, προώθησης) να αναγράφει 400 ευρώ. Με λίγα λόγια η έκπτωση ανέρχεται σε ποσοστό της τάξεως του 40%. Τα ποσοστά κυμαίνονται συνήθως, σύμφωνα πάντα με παράγοντες της αγοράς, από 40 έως ακόμα και 60%, ανάλογα με την αλυσίδα και την εμπορική ισχύ του προμηθευτή.
Και το παράδοξο είναι ότι δεν εμφανίζεται στα δελτία παροχής υπηρεσιών η ακριβής κοστολόγηση των πράξεων προβολής και προώθησης των προϊόντων. Κι όπως σχολιάζεται στην αγορά αυτή είναι η «αχίλλειος πτέρνα» στην κάλυψη της παρανομίας, που μπορούν, αν θέλουν να αποκαλύψουν οι αρχές.
Είναι πάντα έξτρα το ελαιόλαδο;
Μία άλλη, «πονεμένη ιστορία» είναι τι περιέχουν οι φιάλες ελαιόλαδου. Όπως πολλές φορές έχει καταγγελθεί αλλά και εντοπιστεί σε ελέγχους του ΕΦΕΤ, εκτός από έξτρα παρθένο ελαιόλαδο παράνομα στις φιάλες υπάρχουν σε κάποιες περιπτώσεις και άλλα λάδια, διάφορα σπορέλαια, οι τιμές κτήσης των οποίων είναι εξαιρετικά χαμηλές. Κατά συνέπεια λοιπόν, οι τυποποιητές που παρανομούν αποκομίζουν σημαντικά κέρδη!
Όταν άραγε «πιάνουν» οι ελεγκτικές αρχές τους παρανομούντες και τους επιβάλλουν πρόστιμα αυτοί βρίσκονται ακόμα στο…κέρδος βάζοντας και τα πρόστιμα, άτυπα βέβαια, στο λειτουργικό κόστος της εταιρείας;
Τέλος ορισμένοι τυποποιητές εισάγουν, ως γνωστό, ξένο ελαιόλαδο, όταν οι τιμές παραγωγού στη χώρα μας είναι υψηλές, με αποτέλεσμα επίσης να έχουν σημαντικά, επιπλέον κέρδη.
Τελευταία μάλιστα παρατηρείται στην αγορά ένα περίεργο φαινόμενο: Το ραφιναρισμένο λάδι πωλείται σε περίπου ίδιες τιμές με το εξαιρετικό! Όπως καταγγέλλεται ορισμένες εταιρείες αναφέρουν στο ραφινέ την ένδειξη «εξευγενισμένο». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το ελαιόλαδο δεν είναι «χυμός ελιάς» όπως παράγεται από τα ελαιοτριβεία, αλλά υφίσταται βιομηχανική επεξεργασία. Οι καταναλωτές όμως διαβάζοντας την ένδειξη «εξευγενισμένο» φαίνεται ότι παρασύρονται και νομίζουν πως πρόκειται για ακόμα πιο ποιοτικό προϊόν από το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο….
Κι άλλο χαράτσι
Άλλης μίας μορφής «χαράτσι» πληρώνουν στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ οι προμηθευτές τους και ειδικότερα οι επιχειρήσεις τυποποίησης ελαιόλαδου, όταν κυκλοφορούν τα περίφημα φυλλάδια με τα εκπτωτικά κουπόνια.
Σύμφωνα με τις εταιρείες τυποποίησης και εμφιάλωσης ελαιόλαδου, τα ποσά που ζητούν τα πολυκαταστήματα για να βάλουν τα προϊόντα στα γιορτινά και τα εκπτωτικά φυλλάδια είναι τεράστια και φθάνουν μέχρι 100.000 ευρώ!!
Όπως καταγγέλλεται, το 70% των χρημάτων τα εν λόγω σούπερ μάρκετ το βάζουν στα ταμεία τους.
Με αυτό τον τρόπο μειώνεται ακόμα περισσότερο το ποσοστό κέρδους των μεταποιητικών μονάδων από την πώληση των προϊόντων τους.
Πηγή:Πατρίς